Πολιτικός Πολιτισμός και Εκλογική Επικοινωνία: δύο ασύμπτωτες ευθείες;
του Κωνσταντίνου Μπάσιου, υπ. διδάκτορα, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2/10/2002
Στους τρεις μεγάλους Δήμους της χώρας διαφαίνεται ότι ο "πολιτικός πολιτισμός" εκφέρεται με όρους που δεν συνθέτουν ένα "χώρο" πολιτισμένο.
|
Ένας όρος που τα τελευταία 25 περίπου χρόνια έχει αποκτήσει κάποια ιδιαίτερη σημασία είναι ο πολιτικός πολιτισμός. Πρόκειται για μια περίφραση που συνολικά
περιγράφει και αξιολογεί μια κατάσταση πολιτικών πραγμάτων που χαρακτηρίζεται από μια "εμβαθυμένη" ποιότητα. Στην ουσία, αυτό που συμβαίνει στην πολιτική,
συνολικά, φαίνεται ότι δικαιολογεί μια ταξινόμηση, η οποία χωροθετεί την πολιτική δράση μέσα στο πλαίσιο ενός γενικότερου πολιτικού γίγνεσθαι. Και αυτό, φυσικά,
μπορεί να προκύπτει εάν και εφόσον το ήθος, ο λόγος, η συμπεριφορά, η πρακτική και η δημόσια εικόνα στον χώρο της πολιτικής εμφορούνται από μια τέτοια χροιά,
που κάλλιστα επιτρέπει την ένταξη της πολιτικής στον πολιτισμό και την αποφυγή μιας κρυπτικής χρήσης του όρου "πολιτικός πολιτισμός".
Μετά την, εισαγωγικά αναγκαία, οριοθέτηση του πρώτου σκέλους του υπό εξέταση ζεύγματος μπορούμε να επικαιροποιήσουμε την προσέγγισή μας ενόψει των επερχόμενων
Δημοτικών και Νομαρχιακών Εκλογών. Το παρατηρούμενο φαινόμενο, ότι δηλαδή διάγουμε μία περίοδο όπου μια μορφή εφαρμοσμένης επικοινωνίας, η πολιτική, είναι σε
μια ιδιαίτερη ανθηρή φάση, δεν χωρεί αμφιβολία.
Η προσφυγή σε επικοινωνιολόγους, εκλογολόγους, πολιτικούς αναλυτές και πολιτικούς επιστήμονες έχει αποκτήσει τον χαρακτήρα μιας ανυπέρβλητης αναγκαιότητας.
Πρόκειται για μια συνθήκη που αν δεν ικανοποιηθεί, τότε με βεβαιότητα θα ενσκήψει "πρόβλημα". Επιπλέον η έκταση της εφαρμοσμένης εκλογικής επικοινωνίας, δηλαδή
η φροντίδα για τη δημόσια εικόνα των υποψηφίων, το ποιόν του λόγου, η επιλογή των λέξεων και των συναισθημάτων, οι τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές διαφημίσεις, η
χρήση ειδικών εντύπων, φυλλαδίων και αφισών, η σταδιακή, αλλά και ολοένα αυξανόμενη χρήση του Διαδικτύου (ιστότοποι) είναι ενδείξεις ότι η εκλογική επικοινωνία
έχει μέλλον στη χώρα μας.
Ωστόσο στους τρεις μεγάλους Δήμους της χώρας, αυτό που διαφαίνεται είναι ότι ο "πολιτικός πολιτισμός" εκφέρεται με όρους που δεν συνθέτουν ένα "χώρο"
πολιτισμένο. Κανείς δεν μοιάζει να έχει εντυπωσιασθεί με τα αναγγελθέντα ονόματα των υποψήφιων δημάρχων, παρά το ότι δεν ήταν αποτέλεσμα ανοιχτών δημοκρατικών
ενδοκομματικών διαδικασιών. Ούτε και δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις θέσεις, λύσεις, προτάσεις εν γένει των προεκλογικών προγραμμάτων. Γι' αυτό και δεν μπορεί
κάποιος να εντοπίσει δεσμεύσεις ή τουλάχιστον δεσμευτικές υποσχέσεις για όσα μπορεί να εφαρμόσει.
Επιπλέον, με την καλλιεργούμενη αίσθηση ότι οι δημοτικές εκλογές θα είναι μια δοκιμή για τη δύναμη, τις αντοχές των πολιτικών κομμάτων, διαφαίνεται ήδη μια
γενική έκπτωση, μια απαξίωση των τοπικών κοινωνιών και των ιδιαίτερων ζητημάτων που αντιμετωπίζουν.
Η πιθανότητα κάποιος να έφερνε αντίλογο σ' όλα αυτά, υποστηρίζοντας ότι η εκτεταμένη χρήση των εφαρμογών της εκλογικής επικοινωνίας συμβάλλει στην ανύψωση του
πολιτικού πολιτισμού, δεν είναι μικρή και ενδεχομένως να είναι και εν μέρει βάσιμη. Η αμφισβήτηση αυτή θα ήταν πιο εύκολα και ευρύτερα αποδεκτή εάν το
περιεχόμενο των κειμένων και των εικόνων ήταν ποιοτικά ανάλογο με την υψηλή στάθμη παρουσίασης που έχουν.
Επομένως, το ασύμπτωτο (του τίτλου) δεν εντοπίζεται τόσο, όσο μια ενδιαφέρουσα ομόλογη, συνάλληλη εξέλιξη μεταξύ πολιτικού πολιτισμού και εκλογικής
επικοινωνίας. Η οποία εξέλιξη δείχνει ότι ο εκμοντερνισμός των μέσων επικοινωνίας τεχνολογικά επηρεάζει τον δείκτη του πολιτικού πολιτισμού. Ο τελευταίος όμως
από μόνος του, μάλλον "διακοσμείται" από τους λογής νεωτερισμούς των εκλογών και επαφίεται στη δύναμη της κοινωνίας και των ιδεών της να αποκτήσει και πάλι
ουσιαστικό και βαθύ νόημα.
|