Ο Άγνωστος των εκλογών
του Αλέξανδρου Μελίδη, συμβούλου Ερευνών και Επικοινωνίας, 4/4/2004
Στον 21ο αιώνα, η πρόσληψη της πολιτικής είναι περισσότερο από ποτέ μια διαμεσολαβημένη εμπειρία που σαφώς συνυπάρχει και αλληλοσυμπληρώνεται με τις «παραδοσιακότερες» μορφές πολιτικής επικοινωνίας.
|
Ο άγνωστος και αυτών των εκλογών είναι τα κοινά που τις παρακολουθούν. Οι πρωταγωνιστές της 7ης Μαρτίου. Όλοι εκείνοι για τους οποίους οι πολιτικοί μιλούν, οι δημοσιογράφοι σχολιάζουν, οι ειδικοί
αναλύουν, οι ακαδημαϊκοί διερευνούν και οι δημοσκόποι μετρούν. Άτομα που μπορεί ταυτόχρονα ή σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα να είναι πολίτες, καταναλωτές, ψηφοφόροι, επαγγελματίες, μέλη ενός
κόμματος, πιστοί κάποιας θρησκείας, οπαδοί μιας ομάδας, φανατικοί του sushi, επειδή τα ίδια αυτά άτομα επιλέγουν να προσδώσουν κάποιες από τις παραπάνω ιδιότητες στον πολυσυλλεκτικό εαυτό τους.
Ο εαυτός, η πολυσύνθετη και υπό συνεχή διαπραγμάτευση ατομική ταυτότητα του καθενός, δικαίως βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγχρονης κοινωνικής θεωρίας. Με τη διάχυση των νέων τεχνολογιών
πληροφόρησης και επικοινωνίας (ΤΠΕ) η σχέση ατόμων-μέσων μεταβάλλεται με τέτοιο ρυθμό, που γίνεται πρακτικά αδύνατο ακόμα και για τις συστηματικότερες μελέτες του είδους να τον παρακολουθήσουν
αποτελεσματικά. Η δυναμική έλευση του Ιnternet και των ΤΠΕ αλλάζει τόσο τη λειτουργία των media, όσο και τους τρόπους που τα κοινά αλληλεπιδρούν με αυτά. Ενδεικτικό είναι ότι οι συζητήσεις για τις
επιδράσεις των μέσων «media effects» μετατοπίζονται από το παραδοσιακό ερώτημα «τι κάνουν τα media στα άτομα» στο «τι κάνουν τα άτομα με τα media».
Παρόλ’ αυτά, για την προστασία των πρωταγωνιστών της ημέρας των εκλογών απαγορεύεται η δημοσίευση δημοσκοπήσεων για ένα χρονικό διάστημα πριν από αυτές. Τέτοιου μεγέθους πιστεύεται πως μπορεί να
είναι η επιρροή της μηντιακής αναπαραγωγής δημοσκοπήσεων, γιατί για αυτή θα έπρεπε κυρίως να μιλάμε, και όχι τόσο για τις πληροφορίες των ερευνών, στην κατεύθυνση ενός τμήματος της ελληνικής κοινής
γνώμης. Τόσο απλά, χωρίς να διαθέτουμε έστω και τα στοιχειώδη εμπειρικά στοιχεία που να δικαιολογούν αυτό το προνοητικό μέτρο. Όμως τέτοιες περιοριστικές ρυθμίσεις είναι η καλύτερη συνταγή για να
διατηρούνται συλλογικές φοβίες και ψευδοβεβαιότητες, στο μέτρο που αυτές πραγματικά υπάρχουν.
Υπάρχει μια τάση σε σημαντική μερίδα του δημόσιου διαλόγου να μην εκφράζονται μεγάλες αμφιβολίες για το ότι οι πολίτες είναι πολιτικά αποστασιοποιημένοι, τα μέσα χειραγωγούν, η ενημέρωση φτωχαίνει
και άλλα ζοφερά. Αν όσα κατά καιρούς αναφέρονται τα πάρουμε τoις μετρητοίς, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ο κόσμος ολισθαίνει προς μια μεταμοντέρνα εκδοχή οργουελιανής πολιτείας. Πόσο μπορεί να
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα η φράση «Το παιχνίδι της πολιτικής είναι στημένο και η τράπουλα σημαδεμένη»; Αν σκεφτούμε τι μπορεί να εξυπηρετεί η εμπέδωση παρεμφερών θέσεων, ίσως ανακαλύψουμε
ενδιαφέρουσες απαντήσεις.
Τα κοινά που παρακολουθούν τις εκλογές είναι άγνωστα για πολλούς ακόμα λόγους. Στον 21ο αιώνα η πρόσληψη της πολιτικής είναι περισσότερο από ποτέ μια διαμεσολαβημένη εμπειρία που σαφώς συνυπάρχει
και αλληλοσυμπληρώνεται με τις «παραδοσιακότερες» μορφές πολιτικής επικοινωνίας. Στην ερώτηση «κατά πόσο ο κύκλος της δημόσιας επικοινωνίας είναι φαύλος ή ενάρετος» δεν θα μπορέσουμε να δώσουμε
ικανοποιητικές απαντήσεις δίχως εμπεριστατωμένες μελέτες των βασικών κοινών που μετέχουν αυτής της επικοινωνίας. Τέτοιες μελέτες σπανίζουν. Συνεπώς λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τις κατηγορίες
προεκλογικών κοινών στη χώρα μας. Έτσι, η σχετική συζήτηση συνεχίζει να ανακυκλώνει την κεκτημένη, πλην όμως συμβατική σοφία όλων μας.
Τι γνωρίζουμε για την πολιτική δαημοσύνη και τις συνήθειες όσων παρακολουθούν Μητσικώστα, Θέμο, Α.Μ.Α.Ν. και άλλα προγράμματα «ενημερω-διασκέδασης» (infotainment);
Η λειτουργία των μέσων, δεκαετίες τώρα, έχει συμβάλει στο ξεθώριασμα των ορίων ανάμεσα στις σφαίρες κοινωνικής δράσης. Η κανονιστική αντίληψη του διαχωρισμού δημόσιου και ιδιωτικού χώρου είναι από
καιρό αναχρονιστική. Πράγματι, στις μετανεωτερικές κοινωνίες που διανύουμε, υπάρχουν αρκετοί τρόποι που το προσωπικό μπορεί να είναι πολιτικό. Η οριστική σύμμειξη των δύο αυτών χώρων απαιτεί νέες
προσεγγίσεις και τον κριτικό αναστοχασμό όλων όσοι έχουν ενδιαφέρονται για την, πολύ γοητευτική πράγματι, μελέτη και πρακτική της επικοινωνίας.
Τα κοινά των εκλογών μάς είναι άγνωστα γιατί δεν τα μελετάμε. Άραγε πόσα άτομα θα σχηματίσουν αυθόρμητα τη λέξη «πολίτης» αν τους ζητηθεί να γράψουν σε ένα χαρτί όσες λέξεις πιστεύουν ότι
περιγράφουν τον εαυτό τους; Κατά πάσα πιθανότητα, ελάχιστα. Το υποθετικό αυτό γεγονός θα μπορούσε να δώσει υλικό σε επιχειρήματα με λέξεις όπως «αδιαφορία» και «απαξίωση». Θα μπορούσε όμως να στρέψει
την προσοχή στην εξερεύνηση μιας νέας σχέσης των ατόμων με την πολιτική που μπορεί να διαφεύγει, ενώ δειλά αναδύεται. Τα νοήματα και οι αξίες που βιώνουν τα άτομα σήμερα περνούν από την πολιτική. Από
τη νέα πολιτική του life style, τη μετα-πολιτική. Είναι η πολιτική που αντιμετωπίζει την πρόκληση, όπως εύστοχα γράφει ο W. Gamson, «να ενσωματώσει τη γλώσσα της καθημερινής ζωής στον πολιτικό
διάλογο». Να αναπτύξει προνοητικές δράσεις για τη μείωση των ζημιών από ακραία καιρικά φαινόμενα. Να κάνει κάτι για τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα. Να λάβει μέτρα για τις μονογενεϊκές οικογένειες.
Η νέα ατομικότητα, όπως λέει ο Σ. Φαναράς, δεν είναι συντηρητική και δεν είναι ούτε απολιτική, αν τη θωρήσουμε άφοβα, κριτικά, αισιόδοξα.
|