Εκλογές 9 Απριλίου 2000: συνοπτική ανάλυση της προεκλογικής ατζέντας
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΙΟΥΚΙΑ, Δρ. Πολιτικής Επιστήμης (University of Birmingham), καθηγητή-συγγραφέα-συμβούλου κοινωνικής/εργασιακής πολιτικής, 24/3/00
Η προεκλογική ατζέντα (αλλά και η μετεκλογική) θα έπρεπε ίσως να εμπλουτιστεί με ζητήματα, που συναρτώνται και με την οικονομική πρόοδο, δεδομένου ότι αφορούν τους όρους και το είδος της περίφημης ανταγωνιστικότητας, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
|
Οι επικείμενες εκλογές συνιστούν και αφορμή για αποτίμηση του βαθμού ανάπτυξης της χώρας. Θα έλεγα ότι κατά κάποιο τρόπο επιστρέφουμε στο πολιτικό λεξιλόγιο
της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, βάζοντας προς το παρόν σε παρένθεση όλη αυτή τη διαμάχη για το είδος και τον βαθμό εκδημοκρατισμού της χώρας. Πράγματι, όπως
ισχυρίζονται και ορισμένοι έγκυροι ακαδημαϊκοί κύκλοι, ο εκδημοκρατισμός "επετεύχθη" και τώρα μόνο για την ποιότητα της δημοκρατίας υπάρχει περιθώριο για
συζήτηση. Αναδεικνύεται, λοιπόν, και πάλι ως κυρίαρχο το ζήτημα της οικονομικής "ανάπτυξης" και του υλικοτεχνικού εκσυγχρονισμού, όπως κάποτε.
Το ζήτημα τίθεται στατιστικά-απολογιστικά, όχι πλέον ιδεολογικά. Δεν μιλάμε τόσο για το "ποια ανάπτυξη", αλλά για το "πόση ανάπτυξη", εκτός ορισμένων εξαιρέσεων.
Φυσικά αυτό οφείλεται και στο διεθνές περιβάλλον με την παρακμή των πολιτικών ιδεολογιών και την ιδεολογικο-πολιτική συναίνεση που επικράτησε στις Βρυξέλλες.
Έτσι τα δύο μεγάλα κόμματα διαγωνίζονται κατά πρώτο λόγο πάνω στον άξονα "πόση οικονομική ανάπτυξη". Έπειτα τίθεται και το ερώτημα ποιοι είναι οι ευνοημένοι και
οι αδικημένοι από την οικονομική ανάπτυξη (φορολογία, κράτος πρόνοιας). Και αυτό το ερώτημα δεν τίθεται τόσο με ιδεολογικούς-ταξικούς όρους, αλλά μάλλον
ποσοτικά. Για παράδειγμα, η ανεργία συζητείται στη βάση του πόσες θέσεις εργασίας είναι σε θέση να παραγάγει κάθε κόμμα.
Τέλος, στην προεκλογική ατζέντα υπάρχουν και ορισμένα ζητήματα "χαμηλής πολιτικής", όπως η κοινωνική πρόνοια, μετανάστες-ασφάλεια και ναρκωτικά. Τα θέματα αυτά
συζητώνται στα πλαίσια ενός "δεύτερου τερραίν", όπου πιστεύει ότι μπορεί να σημειώσει πόντους το δεύτερο μεγάλο κόμμα, μιας και στο "πρώτο τερραίν" είναι κάπως
δύσκολο το "σκοράρισμα". Επίσης ομαδοποιούνται με βάση την κατηγορία "ποιότητα καθημερινής ζωής", δηλαδή ως συμπλήρωμα της οικονομικής διανομής. Όσον αφορά τα
θέματα εξωτερικής πολιτικής, φαίνεται πως τώρα βρίσκονται σε σχετική ύφεση.
Από μία άποψη είναι ευχάριστο ότι η λεγόμενη "χαμηλή πολιτική" έχει εισχωρήσει στην προεκλογική ατζέντα, αλλά αυτό έχει γίνει με αρκετές σχηματοποιήσεις και
ελλείψεις. Στο βιβλίο του γράφοντος "Η Τραγική Περίμετρος της Προόδου" (Αθήνα, Θεμέλιο 1998) είχε συσχετισθεί η ποιότητα της δημοκρατίας με τη στάθμη ορισμένων
αφανών "πολιτιστικών" παραγόντων, που προσδιορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Πιστεύω λοιπόν ότι το ζήτημα του εκδημοκρατισμού στην Ελλάδα, ενώ πράγματι έχει
προχωρήσει πολύ, δεν έχει λήξει τελείως και ότι πράγματι η "ποιότητα της δημοκρατίας" πρέπει τώρα να μπει στο επίκεντρο (δείτε π.χ. τις απόψεις του καθηγητή Ν.
Διαμαντούρου). Η προεκλογική ατζέντα (αλλά και η μετεκλογική) θα έπρεπε ίσως να εμπλουτιστεί με ορισμένα ζητήματα, που συναρτώνται και με την οικονομική πρόοδο,
δεδομένου ότι αφορούν τους όρους και το είδος της περίφημης ανταγωνιστικότητας, τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Νομίζω ότι ο ανταγωνισμός δεν είναι προνόμιο της αγοράς, γενικά και αφηρημένα, ούτε ότι το κράτος αποτελεί απαραίτητα τροχοπέδη στον ανταγωνισμό. Μάλλον και οι
δύο τομείς χρειάζεται να διέπονται από κανόνες ανταγωνισμού, που να εισάγουν ένα πνεύμα "highquality/highproductivity" . Αυτό μεταφράζεται σε πολιτικές
επένδυσης στο ανθρώπινο δυναμικό και ένα "κοινωνικό κράτος επενδύσεων" (κατά την έκφραση του A. Giddens). Ιδεολογικο-πολιτικά μεταφράζεται σε ένα είδος "δημοκρατικού
ελιτισμού", υπό την έννοια της ανάδειξης των πολιτών και των ικανοτήτων τους με δημοκρατικό τρόπο. Πρότυπα αυτού του μοντέλου μπορούμε να βρούμε στην Ολλανδία,
τη Γαλλία και αλλού. Έτσι θεωρώ σημαντικά ενασχόλησης, μεταξύ άλλων, και τα εξής θέματα:
- Ενίσχυση του κράτους δικαίου.
- Πολιτική αναβάθμισης σχολών με στόχο την ανάδειξη ορισμένων ποιοτικών σχολών-ατμομηχανών της εκπαίδευσης (η προτεινόμενη
αναβάθμιση της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης είναι ευπρόσδεκτη).
- Θέσπιση σειράς βραβείων με κύρος, σε όλα τα επίπεδα.
- Επιδότηση από το κράτος για μετάφραση
σε ξένες γλώσσες ανταγωνιστικών ελληνικών βιβλίων και προώθησή τους στις αγορές του εξωτερικού.
- Ενίσχυση του ελέγχου κακοδιοίκησης στον ευρύτερο δημόσιο
τομέα.
- Εισαγωγή πολιτικών αξιοποίησης-κινητοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού (human resources management) τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα.
-
Θέσπιση κριτηρίων αξιολόγησης προσωπικού σε όλα τα επίπεδα με έμφαση στην αξιοποίηση των αποκτημένων τίτλων σπουδών, ιδίως των εξειδικευμένων επιστημόνων,
πολλοί από τους οποίους υπολειτουργούν/υποαπασχολούνται.
- Εθνικός προγραμματισμός για τις ανάγκες της χώρας σε ειδικεύσεις και επαγγέλματα, ευρεία ενημέρωση
για το πραγματικό περιεχόμενο των προγραμμάτων σπουδών και ενδεχόμενη μεταρρύθμισή τους.
- Κριτήρια αποδοτικότητας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ετήσιες
λίστες κατάταξης ανάλογα με το παραγόμενο έργο.
- Εντέλει, έμφαση στην ποιοτική αναβάθμιση του ανθρώπινου, επιστημονικού και εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα.
Ενδεχομένως να μην κομίζω "γλαύκας εις Αθήνας". Ωστόσο, και μία υπενθύμιση κάποιων ελλειμμάτων χρήσιμη είναι. Βεβαίως η ανεργία και οι φοβερές συνέπειές της.
Αλλά βεβαίως και ο παροπλισμός τμήματος του ενεργού δυναμικού, που ζητά εσωτερική ανακατανομή σ' ένα υγιώς ανταγωνιστικό περιβάλλον.
|